:10:04
-Κι εσύ έφυγες όταν ήσουν νέος.
-Όχι, όμως, για τον πόλεμο.
:10:08
Γύρισες όλο τον κόσμο
πριν τα 18 σου.
:10:10
-Μπαρμπαριά, Μολούκας...
-Απ'το μυαλό μου τα'βγαλα.
:10:14
Ο πατέρας είπε ότι πολλές φορές
κόντεψες να σκοτωθείς.
:10:17
Έπραττα ανάλογα με το ρίσκο.
Στον πόλεμο είναι διαφορετικά.
:10:21
-Πώς είναι δηλαδή;
-Είναι απλώς διαφορετικά.
:10:25
Οι γονείς σου
δε θα σ'αφήσουν να πας...
:10:28
άρα είναι άσκοπο
να το συζητάμε.
:10:32
Πίστευα
πως θα με βοηθούσες.
:10:44
Πρόσεχε το πιάτο,
χρυσό μου.
:10:47
Πότε είναι ο αγώνας;
:10:50
Το Σάββατο.
:10:51
-Πόσο θα λείψεις;
-Το Σαββατοκύριακο μόνο.
:10:55
Γαμώ τις εποχές
διάλεξες να φύγεις.
:10:59
Μη βρίζεις
μπροστά στα κορίτσια, Γουόλις.
:11:01
Πριν φύγεις,
να δουλέψεις για ν'αναπληρώσεις.
:11:04
Ναι, πατέρα.
:11:08
« Η φωτιά έκαιγε το κλαδί με λύσσα.»
:11:12
« Ο Μόγλης το τίναξε δεξιά-αριστερά
κι οι λύκοι έφυγαν ουρλιάζοντας...»
:11:16
«...ενώ οι σπίθες
έκαιγαν τις γούνες τους.»
:11:18
« Τελικά έμεινε μόνο
ο Ακίλα, Μπανκίρα...»
:11:21
«...κι ίσως και δέκα λύκοι
που πήραν το μέρος του Μόγλη.»
:11:26
« Τότε κάτι άρχισε
να πονά το Μόγλη μέσα του...»
:11:29
«...όπως ποτέ πριν.»
:11:32
« Και τον έκανε
να ξεσπάσει σε αναφλητά.»
:11:35
« Τα δάκρυά του
κύλησαν στο πρόσωπό του.»
:11:40
«Τι είναι αυτό;» είπε.
:11:45
«Δε θέλω να φύγω απ'τη ζούγκλα,
και δεν ξέρω τι είναι αυτό.»
:11:49
«Θα πεθάνω, Μπανκίρα;»
:11:52
«Όχι, αδελφούλη μου»,
είπε ο Μπανκίρα.
:11:55
« Αυτά είναι
αντρίκια δάκρυα.»
:11:58
« Τώρα ξέρω πως είσαι άνδρας
και όχι παιδάκι πια.»